gvitoratos

Hey!

Καλωσόρισες στο followgeorge.gr

Θα βρεις εμπειρίες από τα ταξίδια μου, συμβουλές και γαστρονομικές προτάσεις. Ελπίζω να το απολαύσεις όσο εγώ!

Χριστίνα Σουλελέ: Διακοπές με άρωμα Κρήτης

Χριστίνα Σουλελέ: Διακοπές με άρωμα Κρήτης

Η Κρήτη το νησί που γέννησε τον Μινωικό πολιτισμό, γαλούχησε το Νίκο Καζαντζάκη και το Νίκο Ξυλούρη, μαγεύει με τα όμορφα τοπία της, την φιλοξενία της και την γαστρονομία της. Η συγγραφέας Χριστίνα Σουλελέ βρέθηκε έναν ζεστό Ιούλη στον Τζιτζιφέ Αποκορώνου Χανίων και με τον λογοτεχνικό της λόγο μεταφέρει τις στιγμές που έζησε με τους ντόπιους, τις σκέψεις και τα συναισθήματα που ένιωσε.


Ήταν απόγευμα, όταν το πλοίο έδεσε στο λιμάνι της Σούδας και το υποδέχτηκε ένας ήλιος θερμός αλλά και ένας Νοτιάς, που η ανάσα του ανέδυε υγρασία και ζέστη μαζί. Ο Ιούλιος μήνας έμοιαζε να έχει ανεβάσει υψηλό πυρετό σε εκείνη τη γωνιά του Νότου. Κατέβηκα από τις σκάλες του πλοίου με το κορμί μουδιασμένο από το πολύωρο ταξίδι και στο λιμάνι με περίμενε η φίλη μου η Αργυρώ, για να με συνοδεύσει στο χωριό της, στον Τζιτζιφέ. Δεν ήταν η πρώτη που θα έκανα διακοπές στην Κρήτη, ήταν όμως η πρώτη φορά που θα έμενα σε ένα κρητικό χωριό, που απείχε πολύ από καθετί τουριστικό.

Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και κατευθυνθήκαμε προς τα χωριά του Αποκόρωνα. Όσο πλησιάζαμε στο χωριό της, τα Λευκά όρη φαίνονταν επιβλητικά και αγέρωχα, καταδεκτικά και υπερήφανα, άγρια μα και φιλόξενα και το αεράκι που έμπαινε από το παράθυρο, μας κερνούσε γενναιόδωρα τις μυρωδιές του. Ρίγανη και θυμάρι, μαλοτήρα και δίκταμο γαργαλούσαν τα ρουθούνια μας, ενώ η ματιά μας γέμιζε από το πράσινο των ελαιόδεντρων και των χαρουπιών. Η είσοδος του χωριού μύριζε ασβέστη και πάστρα και χρωματιζόταν από τα, λογιών λογιών, πολύχρωμα λουλούδια που ήταν φυτεμένα σε παρτέρια και γλάστρες.

Μια γωνιά του χωριού. Φωτογραφικό αρχείο Αργυρώς Κονταράκη

Φτάσαμε στην ταβέρνα, που βρισκόταν στο πιο ψηλό σημείο, εκεί από όπου έβλεπες όλο το χωριό να ξαπλώνει νωχελικά περιμετρικά της πλαγιάς. Από το ραδιόφωνο ακουγόταν η μουσική της κρητικής λύρας και του λαούτου, που έντυνε τη βραδιά με γλυκόλαλους ήχους. Ιδιοκτήτες της ταβέρνας ήταν οι φίλοι της Αργυρώς οι οποίοι, αν και με έβλεπαν για πρώτη φορά, με καλοδέχτηκαν με μια ανοιχτή αγκαλιά και με ένα τραπέζι ολόγιομο από την πληθώρα των κρητικών εδεσμάτων.  Μου έδειξαν τη θέση μου σε αυτό και δίπλα μου ήρθε και κάθισε ο μπάρμπα- Σήφης, ο πατέρας και παππούς της οικογένειας.  Ήταν ηλικιωμένος, κοντά στα ογδόντα, αλλά είχε στητή κορμοστασιά, σαν να ήτανε κοπέλι. Φορούσε μαύρα ρούχα, που φωτίζονταν από τη χαμογελαστή του όψη και από τα γαλανά του μάτια, που έμοιαζαν με θάλασσα σε μπουνάτσα. Συνεχώς με προέτρεπε να δοκιμάσω όλους τα λαχταριστούς μεζέδες, που με πολύ μεράκι είχαν ετοιμάσει τα παιδιά του αλλά και η γυναίκα του η κυρία Χρύσα.

«Ξέρετε, τα βράδια δεν τρώω πολύ, μόνο ένα γιαουρτάκι» τόλμησα να πω και εκείνος με κοίταξε με απορία: «Ίντα; Εμείς επαέ, γιαουρτάκι τρώμε όντε είμαστε άρρωστοι», μου είπε με την τραγουδιστή ντοπιολαλιά του, που δεν άφηνε περιθώρια άρνησης. Ο μπάρμπα Σήφης γέμιζε συνεχώς το ποτηράκι μου με τσικουδιά και μπορώ να πω πως, εκείνος με μύησε στη γεύση της.

Τα Λευκά Όρη, από το φωτογραφικό αρχείο της Αργυρώς Κονταράκη

Εκείνο το βράδυ δεν μπόρεσα να κοιμηθώ. Ανέβηκα πάνω στην ταράτσα του σπιτιού της φίλης μου και έκανα βόλτες, για να χωνέψω το φαγητό αλλά και για να μην  επιτρέψω στον ύπνο να τραβήξει στη λήθη του τις εικόνες της ημέρας. Στη γαλήνη της βραδιάς άκουγα τους ήχους της λαλίστατης φύσης, να φτάνουν σε κρεσέντο. Τζιτζίκια και γρύλοι έδιναν ρεσιτάλ τραγουδιού, κάτω από έναν ουρανό που ήταν κεντημένος, κοντά κοντά, με αμέτρητα αστέρια. Κάποια από αυτά φαίνεται πως είχαν βαρεθεί την ακινησία και βουτούσαν στο κενό, αφήνοντας το χνάρι τους να διαγράφει μια κατηφορική πορεία. Η Ανατολή του ήλιου με βρήκε πάνω στην ταράτσα να μετράω θαύματα. Καινούριοι ήχοι χάρισαν στην ατμόσφαιρα ένα διαφορετικό ηχόχρωμα. Οι άνθρωποι που πήγαιναν στις δουλειές τους και αντάλλασσαν καλημέρες, τα λέρια στους λαιμούς των ζώων που κουδούνιζαν ρυθμικά, το τραγούδι των πουλιών, το λάλημα των πετεινών αλλά και τα κακαρίσματα των κοτών άφηναν το χαρούμενο αποτύπωμά τους στη μέρα που ξημέρωνε.

Ακολούθησε περπάτημα στις γειτονιές του χωριού μαζί με τη φίλη μου. Οι άνθρωποι είχαν μπει σε ρυθμό εργασίας. Άλλοι άνοιγαν το καφενείο τους, άλλοι τα τυροκομεία και άλλοι έβγαιναν από τους ξενώνες, στους οποίους κατέλυαν Έλληνες αλλά και ξένοι τουρίστες, οι οποίοι επέλεξαν να ζήσουν στο χωριό μια αλλιώτικη εμπειρία. Από όπου περνούσαμε, οι νοικοκυρές μας καλούσαν στα σπίτια τους για έναν καφέ, ένα γλυκό και μια τσικουδιά. Δεχτήκαμε όλες τις προσκλήσεις, το αντίθετο θα ήταν αγένεια, μου είπε η φίλη μου. Μεσημέρι ήταν, όταν φτάσαμε στο σημείο του χωριού που ήταν κατάφυτο από τεράστια πλατάνια. Τα πυκνόφυλλα κλαδιά τους έμοιαζαν με αγκαλιές, που προστάτευαν από τον ήλιο όποιον ήθελε να ξαποστάσει κοντά τους. Χορτασμένοι από τα νερά της πηγής, που έτρεχαν ασταμάτητα στις ρίζες τους, πρόσφεραν μια γαλαντόμα όαση δροσιάς στο ήδη καταπράσινο τοπίο. Πιστεύω πως οι άνθρωποι παίρνουν τα χαρακτηριστικά της φύσης που τους περιβάλλει και σε εκείνο το χωριό επιβεβαιώθηκα. Γενναιόδωρη φύση, γενναιόδωροι άνθρωποι, σκέφτηκα και πριν προλάβω να ολοκληρώσω τη σκέψη μου, ακούστηκε η φωνή του Μανόλη, του ιδιοκτήτη της άλλης ταβέρνας του χωριού, που μας καλούσε για μια τσικουδιά. Δέκα μέρες έμεινα στον Τζιτζιφέ και επέστρεψα στην Αθήνα μεθυσμένη από τη χαρά της φιλοξενίας αλλά και από τον ερωτισμό που ανέδυε η κρητική φύση.


Η Χριστίνα Σουλελέ γεννήθηκε στην Αθήνα, μια βροχερή ημέρα του φθινοπώρου. Λατρεύει όμως τον ήλιο και το καλοκαίρι. Είναι φύση αεικίνητη, αγαπά την ορειβασία και τα ταξίδια. Της αρέσει να ταξιδεύει και να ανακαλύπτει μέρη που ο πολιτισμός δεν έχει αλλοιώσει την ομορφιά τους. Τα εφόδιά της είναι ένα σακίδιο για να χωράει τα απαραίτητα, μια φωτογραφική μηχανή για να απαθανατίζει τα τοπία και μια πένα που βουτάει στο μελάνι της ψυχής και βαφτίζει αθάνατες τις πολύτιμες στιγμές. Μετά από κάθε περιπλάνηση στα βουνά και μετά από κάθε ταξίδι, καταγράφει όσα βλέπει, όσα ακούει και όσα αισθάνεται. Είναι δασκάλα Ειδικής Αγωγής και συγγραφέας.

Διηγήματά της έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικές ιστοσελίδες, ενώ έχουν συμπεριληφθεί και  σε συλλογικές εκδόσεις. Το 2019, δημοσιεύθηκε η συλλογή διηγημάτων της «Ο ανάποδος καθρέφτης», με τη μορφή e-book, από τις εκδόσεις «το βιβλίο». Συμμετοχές σε έργα της υπάρχουν σε καλλιτεχνικά ημερολόγια και ανθολόγια ποίησης.

Από την Άνεμος Εκδοτική κυκλοφορούν τρία μυθιστορήματά της:

  • Από τις στάχτες της Καντάνου, 2024

  • Θα την έλεγαν Ελευθερία, 2022

  • Γιάνκεα, 2020

Τα Χρυσά Ελάφια: Μια Πειρατική Ιστορία του Αριστοτέλη Παπαδημητρίου

Τα Χρυσά Ελάφια: Μια Πειρατική Ιστορία του Αριστοτέλη Παπαδημητρίου

Ο Χρήστος Κυριαζής πιστεύει στην ταξιδιάρικη μουσική και στις καλοκαιρινές διακοπές στο βουνό #challenge_valitsa

Ο Χρήστος Κυριαζής πιστεύει στην ταξιδιάρικη μουσική και στις καλοκαιρινές διακοπές στο βουνό #challenge_valitsa