Ταξιδεύοντας Μεξικό, Ικαρία και Σεβίλλη μέσα από τα μάτια του Όμηρου Πουλάκη #challenge_valitsa
Για τον Όμηρο Πουλάκη, έναν από τους πλέον αναγνωρίσιμους και καλούς ηθοποιούς της γενιάς του, «κάθε ταξίδι είναι και μια ευχή στο ανέλπιστο και το ανέλπιστο δεν είναι μόνο θετικό ή αρνητικό». Και κάθε παράσταση, κάθε ταινία, κάθε δημιούργημα εν γένει, είναι με τη σειρά τους μικρά ή μεγαλύτερα ταξίδια. Το καλοκαίρι θα βρει τον ηθοποιό να γαληνεύει στις Αλυκές ή την Ικαρία, οργανώνοντας ίσως εκείνο το ταξίδι στη Στοκχόλμη που συνεχώς αναβάλλει και σχεδιάζοντας, ίσως, τον χειμώνα του επαγγελματικά. Θέατρο, σινεμά, τηλεόραση ή μήπως όλα αυτά μαζί;
Στο FollowGeorge.gr , ο Όμηρος Πουλάκης περιγράφει κάποιες ταξιδιωτικές αναμνήσεις που τον καθόρισαν και εξηγεί γιατί θα προτιμούσε το Μεξικό από κάθε υπερπολυτελές ξενοδοχείο του πλανήτη, αποδεικνύοντας για ακόμα μια φορά την τρυφερή και ξεχωριστή ματιά του πάνω στα πράγματα και στην ίδια τη ζωή.
Της Γεωργίας Δρακάκη
Ποιο είναι το πιο παράξενο μέρος όπου έχεις βρεθεί ποτέ στη ζωή σου;
Κάθε τόπος έχει την προσωπική του υπογραφή, ένα μοναδικό στίγμα, ένα σημάδι αυθεντικότητας το οποίο είναι αδύνατο να πλαστογραφηθεί και αυτό το στοιχείο μπορεί πολύ εύκολα να βιωθεί ως κάτι το οξύμωρο και παράξενο. Η καταγωγή μου είναι εν μέρει από την Ικαρία και όποτε την επισκέπτομαι έρχομαι αντιμέτωπος με την υπέροχη παραξενιά της που τόσο απολαμβάνω. Και, ενώ είναι ένα οικείο για εμένα μέρος, το παράξενο εκείνο στοιχείο της δεν χάνει ποτέ τη δύναμή του.
Ποιο ταξίδι αναβάλλεις συνεχώς;
Τα τελευταία δύο χρόνια, για καθαρά πρακτικούς λόγους, αναβάλλω διαρκώς ένα ταξίδι που θέλω να κάνω στη Σουηδία και συγκεκριμένα στη Στοκχόλμη, όπου ζει, σπουδάζει και εργάζεται ο αδερφός μου.
Έχεις χάσει ποτέ πλοίο, τρένο, αεροπλάνο επειδή καθυστέρησες;
Η αλήθεια είναι πως σε υπεραστικές διαδρομές, δηλαδή όταν πρόκειται για κάποιο ταξίδι, δεν έχω καθυστερήσει σε τέτοιο βαθμό ώστε να χάσω κάποιο δρομολόγιο. Γενικότερα μου προκαλεί άγχος η καθυστερημένη άφιξη σε ραντεβού και συναντήσεις και πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για ταξίδι.
Έχεις μια βδομάδα όλα τα έξοδα πληρωμένα για έναν από τους δύο προορισμούς: Ντουμπάι ή Μεξικό. Διάλεξε!
Διαλέγω, και μάλιστα χωρίς προβληματισμό, το ταξίδι στο Μεξικό. Δεν είμαι φίλος με το ακραία τεχνητό και το Ντουμπάι, αν έχω αντιληφθεί σωστά, έχει στηριχθεί σε μια τέτοια λογική. Αντίθετα, αισθάνομαι πως πηγαίνοντας στο Μεξικό θα έρθω αντιμέτωπος με πιο πραγματικές όψεις της αληθινής ζωής, θα δω και θα βιώσω ένα φάσμα πολλαπλό, θα αντικρίσω τις δυσκολίες των ανθρώπων του μόχθου και δεν θα σταθώ μπροστά σε μια καλογυαλισμένη επιφάνεια προσεκτικά διαμορφωμένη, ώστε να εξυπηρετεί την τουριστική κατανάλωση. Ένας ακόμα λόγος είναι πως διατηρώ κάποια τρυφερά συναισθήματα για αυτή τη χώρα, χωρίς να την έχω επισκεφτεί ποτέ, κάτι που προέκυψε από μια σειρά των παιδικών μου χρόνων την οποία παρακολουθούσα τότε μετά μανίας. Αποκλείεται λοιπόν να έχανα την ευκαιρία να ταξιδέψω στο Μεξικό για όλα τα υπερπολυτελή ξενοδοχεία του κόσμου.
Στην Ελλάδα πού σε βρίσκει το καλοκαίρι συνήθως;
Σχεδόν κάθε καλοκαίρι θα περάσω κάποιες μέρες στις Αλυκές, ένα παραθαλάσσιο μέρος λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη του Βόλου. Εκεί είναι το σπίτι της οικογένειας του πατέρα μου, εκεί έζησα τα εφηβικά μου καλοκαίρια, είναι ένας πολύ σημαντικός τόπος της ζωής μου. Τακτικά επισκέπτομαι και την Ικαρία. Η καταγωγή μου, όπως ήδη ανέφερα, είναι εν μέρει από αυτό το νησί ενώ και ένας καλός φίλος έχει εκεί σπίτι φιλόξενο και αγαπητό. Όμως η αλήθεια είναι πως θα ήθελα να πηγαίνω με πολύ μεγαλύτερη συχνότητα και εύχομαι σύντομα να μην υπάρξει πλέον καλοκαίρι που δεν θα αποβιβαστώ στον Εύδηλο γεμάτος από αυτό το κράμα προσμονής και γαλήνης.
Έχεις παίξει θέατρο στο εξωτερικό; Γιατί σίγουρα έχεις δει.
Και όμως η αλήθεια είναι ουσιαστικά αντίστροφη. Θέατρο έχω δει πολύ λίγο στο εξωτερικό, πριν από αρκετά μάλιστα χρόνια, στην Ισπανία. Ωστόσο έχω παίξει σε παραστάσεις που παρουσιάστηκαν πέρα από την Ελλάδα και στο εξωτερικό. Συγκεκριμένα με την παράσταση «Ο Κυκλισμός του Τετραγώνου», έργο του Δημήτρη Δημητριάδη σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καρατζά, είχαμε παίξει στο Φεστιβάλ της Αβινιόν στη Γαλλία το 2014 στο OperaTheatre, αλλά και και στη Λισαβώνα το 2015 στο Calouste Gulbenkian Foundation για το Proximo Futuro Festival. Επίσης με την παράσταση «Τα Ορφανά», ένα έργο του Ντένις Κέλλυ σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, είχαμε δώσει παραστάσεις στις μεγάλες πόλεις της Κύπρου. Αντιλαμβάνομαι βέβαια πως η Κύπρος δεν θεωρείται ακριβώς ως “εξωτερικό”, ωστόσο νομίζω πως έπρεπε να το αναφέρω.
Θυμήσου ένα μεθύσι που έκανες σε ξένη πόλη...
Ήταν το 2005. Ένα ταξίδι δέκα ημερών στη Σεβίλλη κατά τη διάρκεια του οποίου επισκεφτήκαμε και μια μικρή πόλη, τη Rota, η οποία απέχει περίπου 100 χιλιόμετρα. Τις ημέρες εκείνες λοιπόν στη Rota κάθε χρόνο λαμβάνει χώρα ένα παραδοσιακό πανηγύρι γεμάτο από μουσική, εγκαταστάσεις Λούνα Παρκ και φυσικά άφθονο αλκοόλ. Ήταν μια ξεχωριστή μέρα ενός ξεχωριστού ταξιδιού που πάντοτε με συγκινεί όταν το θυμάμαι.
Σε ποιο μέρος του κόσμου θα μπορούσες άνετα να ζήσεις μόνιμα;
Η αλήθεια είναι πως με δυσκολεύει να φανταστώ τη ζωή μου σε μιαν άλλη γεωγραφική βάση εκτός της Αθήνας, πράγμα απολύτως εξηγήσιμο μιας και έχω γεννηθεί και μεγαλώσει εδώ. Ωστόσο, είναι δεκαπέντε περίπου χρόνια τώρα που έχω τοποθετήσει τις Πρέσπες ως τον ιδανικό τόπο εκείνης της πιθανής διαφυγής από τη ζωή της Αθήνας, όμως αυτό είναι ένα εντελώς εξιδανικευμένο σκεπτικό, μια ωραιοποίηση που μου προκλήθηκε όταν πήγα για μερικές ημέρες σε χωριά των Πρεσπών όπως ο Άγιος Αχίλλειος, ο Άγιος Γερμανός και οι Ψαράδες. Το τοπίο απέπνεε κάτι το μυστικιστικό και μεταφυσικό, ένιωθα πως το άυλο μετατρεπόταν σε υλικό. Όταν οι δυσκολίες της ζωής στην πόλη πολλαπλασιάζονται, η φαντασία μου πλάθει τις Πρέσπες και αυτή η διαδικασία λειτουργεί σαν καταφύγιο. Πάντως αποτελεί μια φαντασιακή κατάσταση και δεν είμαι καθόλου σίγουρος πως ειλικρινά μπορώ να σκεφτώ τον εαυτό μου να ζει σε αυτόν τον τόπο.
Σε ποιο μέρος έκανες το τελευταίο σου ταξίδι πριν το lockdown και πώς πέρασες εκεί;
Πριν το lockdown, όπως λες, έκανα ένα ταξίδι το οποίο ποτέ δεν είχα φανταστεί είναι η αλήθεια. Η ταινία του Γιώργου Γεωργόπουλου «Δεν θέλω να γίνω δυσάρεστος αλλά πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό» έγινε δεκτή στον διαγωνιστικό τμήμα του AustinFilmFestival, ένα ετήσιο κινηματογραφικό φεστιβάλ της πόλης του Austin, πρωτεύουσας της πολιτείας του Τέξας. Για πέντε μέρες λοιπόν, τον Οκτώβρη που μας πέρασε, βρέθηκα εκεί μαζί και με άλλους συντελεστές. Παρακολουθήσαμε τις προβολές της ταινίας, μιλήσαμε για αυτή στις διαδικασίες Q&A που έπονταν, προφανώς παρακολουθήσαμε και την εκδήλωση της απονομής των βραβείων, είχαμε την τύχη να απολαύσουμε μια συναυλία των Wilco, να ανταλλάξουμε απόψεις και εμπειρίες με παραγωγούς, ηθοποιούς, σεναριογράφους και σκηνοθέτες από το παγκόσμιο φάσμα της κινηματογραφικής κοινότητας, να περπατήσουμε την πόλη και να σταθούμε μπροστά στα μνημεία και τα αξιοθέατά της. Πέντε μέρες έντονες και πυκνές, γεμάτες από πληροφορία και βιώματα. Από εκείνα τα ταξίδια που θέλοντας και μη επηρεάζουν την οπτική και τη σκέψη σου.
Photo credits: Χριστίνα Μουμούρη