FollowGeorge.gr

View Original

Μαρία Κουκουβίνου: Στην Κολομβία και στο Κάλι για τον Μάρκες, αλλά χωρίς τον Μάρκες

Τριανταπέντε χρόνια τώρα κάνει επικοινωνία στον χώρο των εκδόσεων. Τα βιβλία γι’ αυτήν είναι ο κόσμος της, η ζωή της.

Άμα τη εμφανίσει, συναντάς έναν άνθρωπο γελαστό, πρόσχαρο, καλαίσθητο, προσηνή. Κι όσο την γνωρίζεις, τόσο κατανοείς το ελεύθερο πνεύμα της, το μεράκι της για ό, τι καταπιάνεται, την οξύνοιά της.

Η Μαρία Κουκουβίνου μάς πηγαίνει σήμερα ένα ταξίδι που είχε αφορμή-τι άλλο-το βιβλίο και ο παραστατικός της λόγος μάς κάνει να αναρωτιόμαστε μήπως θα έπρεπε κάποια στιγμή να σκεφτεί να γράψει κάτι προς έκδοση και η ίδια.

Είστε έτοιμοι για μια περιπέτεια (γεμάτη χιούμορ, ευτράπελα και συγκινήσεις) στην Κολομβία μαζί της; Εμείς απογειωνόμαστε ήδη!


Ήταν το 1997 και όλα ξεκίνησαν με μια μπροσούρα που είδαμε σε έναν οδηγό για εκθέσεις βιβλίου. Θα γινόταν στο Κάλι της Κολομβίας φεστιβάλ βιβλίου και μεγάλο αφιέρωμα στον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Ξεσηκωθήκαμε! Δεν μπορούσαμε να απουσιάζουμε εμείς που είχαμε μεταφράσει όλα του τα βιβλία στα ελληνικά. Ζούσαμε ακόμη στην περίοδο των παχιών αγελάδων δεν είχε έρθει ακόμη η κρίση. Ήμασταν τρελές και ανυποψίαστες και έτσι το ταξίδι κανονίστηκε!

Ετοιμαστήκαμε για το ταξίδι, διαβατήρια, βίζες και  δίγλωσσες μπροσούρες με το έργο του Μάρκες που είχε κυκλοφορήσει στην χώρα μας, εξώφυλλα αποσπάσματα από κριτικές κ.λπ. να το δείξουμε στους εκεί εκδότες. Φεύγαμε ξημερώματα πρώτα για Φρανκφούρτη και μετά θα πετάγαμε για Μπογκοτά και από εκεί με εσωτερική πτήση για το Κάλι. Η δική μου περιπέτεια ξεκίνησε πριν ακόμη φύγω γιατί βγήκα για ένα ποτό, δεν γύρισα ποτέ στο σπίτι για να ξεκουραστώ για την υπερατλαντική πτήση, αλλά μισοζαλισμένη έφτασα στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Επιβιβαστήκαμε στο αεροπλάνο και πριν απογειωθεί εγώ είχα ξεραθεί στο κάθισμά μου.

Καρτ ποστάλ από το Κάλι της Κολομβίας - Προσωπικό αρχείο Μαρίας Κουκουβίνου

Όταν φέρανε τις περιβόητες ομελέτες που σέρβιραν εκείνα τα χρόνια στις πρωινές πτήσεις, εμένα από την μυρωδιά μου ήρθε αναγούλα. Λίγο η αβγουλίλα, λίγο o Johny o περιπατητής που είχα στο στομάχι μου, δεν ήθελα και πολύ. Οπότε, σηκώνομαι να πάω στο μπάνιο να συνέλθω. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι ξύπνησα στο δάπεδο γιατί είχα λιποθυμήσει και κάποιος άλλος ήθελε να πάει τουαλέτα και χτυπούσε την πόρτα. Σηκώνομαι κακήν κακώς και λέω στην αεροσυνοδό πως μου έπεσε η πίεση γιατί είχα πιει το προηγούμενο βράδυ ένα ποτάκι… με κοίταξε στα μάτια, κατάλαβε και ευτυχώς μου έδωσε ένα παυσίπονο και έτσι συνήλθα. Φτάσαμε στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης και περιμέναμε μερικές ώρες για να φύγουμε για Κολομβία. Το αεροπλάνο ήταν γεμάτο με Γερμανούς, όπου εγώ σαν γνήσια απόγονος της Μις Μαρπλ κατάλαβα πως όλοι είναι ναρκέμποροι και γι΄αυτό πάνε στην Κολομβία, και για μην λέω την λέξη κόκα έλεγα συνθηματικά ότι πάνε να αγοράσουν το εθνικό προϊόν.

Την άλλη μέρα φτάσαμε Μπογκοτά και προσγειωθήκαμε σε ένα εντυπωσιακό αεροδρόμιο που έμοιαζε με μουσείο. Περιμέναμε επίσης αρκετή ώρα για να πάρουμε την εσωτερική πτήση για Κάλι. Όταν προσγειωθήκαμε στο Κάλι και επιτέλους είχαμε φτάσει, έπρεπε να βρούμε τις βαλίτσες μας και γενικά είχαμε μια ανησυχία αλλά και μια τρομερή αισιοδοξία σαν και αυτή που έχουμε όλοι λόγω έλλειψης εμπειριών.

Η Μαρία Κουκουβίνου στο Κάλι

Με ταξί φτάσαμε ξημερώματα στο ξενοδοχείο – η αλλαγή της ώρας, βλέπεις.  Πήραμε τα δωμάτιά μας και πήγαμε να κοιμηθούμε. Αλλά εγώ που κοιμόμουνα σε όλες τις πτήσεις δεν είχα ύπνο, αλλά πείναγα, οπότε κατέβηκα για πρωινό που ήταν εξαιρετικά εντυπωσιακό γιατί είχε άπειρους εξωτικούς χυμούς. Εγώ ζήτησα ανανά και για όλες τις μέρες που μείναμε  δεν δοκίμασα άλλο χυμό. Επίσης τότε δεν έπινα καθόλου καφέ και όταν δοκίμασα τον καφέ επίσης εντυπωσιάστηκα. Νομίζω ο πιο ωραίος καφές που έχω πιει ποτέ στη ζωή μου!

Το πρώτο καθήκον που είχαμε ήταν να ενημερώσουμε την Πρόεδρο του Φεστιβάλ ότι φτάσαμε και εκεί ήρθε η πρώτη ήττα. Μάθαμε τα νέα ο Μάρκες δεν θα ερχόταν στο φεστιβάλ γιατί ήταν αντίθετος με την κυβέρνηση της Κολομβίας που υπερασπιζόταν τους ναρκέμπορους. Πολύ φιλόξενοι αυτοί οι διοργανωτές του Φεστιβάλ. Είδαν πως είχαμε έρθει από πολύ μακριά και φρόντισαν να μας διαθέσουν τζιπ και οδηγό να μας ξεναγήσει και να μας προσέχει. Τι να μας προσέχουν! Ωρυόμουν εγώ στη συνάδελφό και καλή μου φίλη Γλυκερία. Γιατί θέλουμε και φύλακες; Έλα όμως που δεν ήξερα, και όταν ήρθαν να μας πάρουν μας είπαν να βγάλουμε το παραμικρό κόσμημα που φοράγαμε. Ακόμη και κάτι ασημένια σκουλαρικάκια. Ναι, και αυτά! Γιατί μπορεί να τα τραβήξει κάποιος και να σας κόψει το αυτί. «Α, και την φωτογραφική μηχανή δεν θα την εμφανίζετε δημόσια.»

Την πρώτη μέρα σκέφτηκαν να μας πάνε σε ένα mall. Τους λέγαμε να πάμε κάπου με color local, αλλά αυτοί απτόητοι. Μας φόρτωσαν στο τζιπ και μας πήγαν σε ένα προάστιο που έμεναν  πλούσιοι και για να μπεις υπήρχε στρατιωτική φρουρά στον δρόμο που έλεγχε ποιοι πάνε πού και γιατί. Φτάσαμε στο mall και σκυλοβαρεθήκαμε… 

Η αγορά στο Κάλι - Προσωπικό αρχείο Μαρίας Κουκουβίνου

Την άλλη μέρα, ήταν το Φεστιβάλ όπου πήγαμε στολισμένες και χαρούμενες και μόλις φτάσαμε είδαμε πως είχαμε ξεχάσει τις μπροσούρες στο ξενοδοχείο. Η οδηγία ήταν πως παίρναμε ταξί μόνο μπροστά από το ξενοδοχείο, εδώ όμως τα πράγματα ήταν σοβαρά γιατί δεν μπορούσαμε να είμαστε εκεί χωρίς το υλικό που είχαμε ετοιμάσει. Ο κύβος έπεσε στην πιο γενναία – δηλαδή σε μένα. Βγαίνω στο δρόμο, παίρνω το πρώτο ταξί που βλέπω μπροστά μου, κοιτάω μόνο τον οδηγό να μου φανεί συμπαθής. Ο ταξιτζής με βλέπει ξένη, ο ίδιος δεν ξέρει αγγλικά, με ρωτάει όμως από πού είμαι και του απαντώ  Greece, και εκείνος γεμάτος χαρά μου λέει «ΟΜΗΡΟΣ»! Ναι, του λέω, Όμηρος και ορκίζομαι στον εαυτό μου πως, αν γυρίσω σώα στην Ελλάδα, θα διαβάσω την Οδύσσεια και την Ιλιάδα μαζί. Ο καημένος ήταν τόσο καλός που με λυπήθηκε και με περίμενε να με γυρίσει πίσω γιατί με παντομίμα που έδωσε να καταλάβω πως τα πράγματα ήταν ζόρικα.

Όλα ωραία, γυρνάω με τις μπροσούρες,  ακούσαμε τις ομιλίες, ευτυχώς οι περισσότερες στα Αγγλικά, γνωρίσαμε σημαντικούς συγγραφείς από όλη την Λατινική Αμερική –μεταξύ αυτών και την  Elena Poniatowska, γαλλικής καταγωγής μεξικανή συγγραφέας και δημοσιογράφος– τον βιογράφο του Μάρκες, Ντάσο Σαλντιβάρ κ.ά.

Εκδήλωση για τον Μαρκές στο Teatro Municipal στο Κάλι - Προσωπικό αρχείο Μαρίας Κουκουβίνου

Η πιο συγκινητική στιγμή ήταν όταν γνωρίσαμε την δασκάλα του και μας μίλησε με τόση θέρμη για τον μικρό Γκάμπο, που αν και τα είπε όλα στα Ισπανικά δεν χρειάστηκε να ακούσω τον διερμηνέα για να καταλάβω. Ήταν ο τρυφερός τρόπος που μίλησε για τον μαθητή της, ήταν η αγάπη της μαζί με την περηφάνια που ένιωθε, πως αυτή του είχε μάθει τα πρώτα του γράμματα, ιστορίες από τα παλιά με αγάπη δοσμένες και όχι ξεχασμένες. Στη συνέχεια, μας είχε καλέσει η Πρόεδρος στο σπίτι της για φαγητό, όπου τότε συνειδητοποίησα πως αυτοί οι άνθρωποι παρόλα τα πλούτη τους έπρεπε να έχουν ιδιωτική φρουρά να τους φυλάνε με πολυβόλα γύρω από το σπίτι τους. Δεν υπήρχε κάτι ενδιάμεσο. Ήταν πολύ λίγοι πλούσιοι και άπειροι φτωχοί εξαθλιωμένοι γύρω μας και όσο και να απέφευγαν τις φτωχογειτονιές το έβλεπες, δεν μπορούσες να μην το δεις.

Η επόμενη μέρα είχε εκδρομή. Θα μας πηγαίνανε στην Χασιέντα του συγγραφέα και ποιητή Χόρχε Ρικάρδο Ισαάκς Φερέρ –γνωστός για το μυθιστόρημά του María–, που  είναι και το μοναδικό του και ένα από τα πιο αξιόλογα έργα του ρομαντικού κινήματος στην ισπανική λογοτεχνία. Το σπίτι αυτό ήταν εκτός πόλης και θα πηγαίναμε με λεωφορείο. Διασχίζαμε τεράστιες καταπράσινες εκτάσεις και ανεβαίναμε-ανεβαίναμε και πηγαίναμε. Είχα γνωρίσει την μικρή κόρη της Προέδρου, την Σόνια, η οποία ήταν πολύ συμπαθής και μου έκανε την ξεναγό. 

Εγώ όσο πηγαίναμε πάνω στο βουνό τόσο πεπεισμένη ήμουν ότι αυτά τα πράσινα φυτά ήταν κόκα. Και όλο έλεγα στα κορίτσια κοιτάξτε τεράστιες φυτείες με το εθνικό προϊόν, οπότε ρωτάω την μικρή νομίζοντας πως θα την ψαρέψω: «αλήθεια, τι είναι όλα αυτά τα περίεργα φυτά;» Αυτά μου λέει είναι ζαχαροκάλαμα που βγαίνει η ζάχαρη. Σέκος εγώ που έκανα την έξυπνη ντετέκτιβ.

Με τα πολλά, φτάσαμε στη Χασιέντα όπου ξεναγηθήκαμε μέσα στους χώρους του σπιτιού, στην εντυπωσιακή βιβλιοθήκη και μετά βγήκαμε στους κήπους, όπου η μία συνάδελφος έκλεψε ένα καρπό κακάο. Εμένα με κυνηγούσε ένας δάσκαλος που ήταν με ένα σχολείο να μου δώσει εικονίτσες με την Παναγία. Τι να κάνω, τις πήρα. Με τα πολλά σούρτα φέρτα βρέθηκα σε μια πηγή με κελαρυστό νερό όπου όλοι πίναν νερό και έκανα το λάθος να πιω και εγώ. Λίγο το πρωινό που είχα φάει όλα τα αλμυρά του κόσμου, λίγο που μου είχε τελειώσει το εμφιαλωμένο ή θα πέθαινα από τη δίψα ή θα έπινα. Επιστρέψαμε το απόγευμα και το βράδυ θα πηγαίναμε σε ένα φεστιβάλ σάλσα. 

Η Μαρία Κουκουβίνου στη Χασιέντα

Το Κάλι θεωρείται η πρωτεύουσα της μουσικής σάλσα και το θεωρούσαν πολύ σημαντικό να πάμε. Το θέατρο έμοιαζε με του Λυκαβηττού, μόνο που εκεί ο λόφος ήταν κατοικημένος. Ξεκίνησε η συναυλία με ένα πολύ γνωστό γι’ αυτούς τοπικό συγκρότημα και ξαφνικά σηκώθηκαν όλοι και άρχισαν να χορεύουν. Οι συνοδοί μας μας έδειξαν τα βήματα και η Γλυκερία έσκισε στην σάλσα, αλλά εγώ ήμουν πολύ punk για να το αντέξω. Το μόνο ενδιαφέρον που βρήκα ήταν ένας  πολύ ωραίος ντράμερ, οπότε κάναμε σχέδια να πάμε μετά να πάρω αυτόγραφο. Αμ δε! Τόσο κράτησε η χαρά μου. Το νερό που είχα πιει στην Χασιέντα με είχε πειράξει και έπρεπε να αφήσω τους μαυρούκους ντράμερ στην ησυχία τους. Μου έφεραν μια κόκα κόλα και με ξέχεσαν που ήπια νερό στην Χασιέντα. Εγώ πάλι έκανα υπομονή και περίμενα να τελειώσει η γαμοσυναυλία και ανυπομονούσα να πάμε στο ξενοδοχείο.

Την άλλη μέρα, έπρεπε να πάμε στο Πανεπιστήμιο που γινόταν μια ομιλία από τον βιογράφο του Μάρκες τον Ντάσο Σαλντιβάρ για τη ζωή του Μάρκες. Μας είχε καλέσει γιατί θέλαμε να πάρουμε τα δικαιώματα του βιβλίου του για την Ελλάδα  και έπρεπε να συνεννοηθούμε για την επικείμενη έκδοση. Είπαμε, δεν είδαμε τον Μάρκες αλλά δεν μπορούσαμε να γυρίσουμε εντελώς άπρακτες. Εγώ ήμουν κομμένη και πίστευα πως θα πέθαινα στο Κάλι, αλλά τι να κάνω, σηκώθηκα και πήγαμε. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά. Και το βιβλίο πήραμε και εκδόθηκε στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Λιβάνη.

Η Μαρία Κουκουβίνου με τη συνάδελφο της Γλυκερία στο Κάλι

Το οδοιπορικό κράτησε μερικές μέρες ακόμη με επισκέψεις σε καλλιεργητές –όχι κόκας– αλλά ορχιδέας. Εκεί σε κάποιους κήπους που εμένα μου φάνηκαν σαν ζούγκλα. Καλλιεργούσαν τα λουλούδια για να έχουν πολύ υγρασία τη νύχτα και το πρωί. Εργάτες δούλευαν σκληρά σε δύσκολες συνθήκες με όλη αυτή την υγρασία. 

Η Μαρία Κουκουβίνου στο Κάλι

Εντυπωσιακό ήταν και ένα κρατικό εργαστήριο που έφτιαχνε κοσμήματα αντίγραφα από μουσειακά κομμάτια των Ίνκας. Καθώς και η κεντρική αγορά Plaza de Merkado Alamenda, όπου έβλεπες όλα τα ξωτικά φρούτα και λαχανικά μπροστά σου, αν και τα πιο πολλά δεν τα αναγνώριζα. Εκεί φάγαμε και την τοπική σπεσιαλιτέ κοτόπουλο με ρύζι με μαύρα φασόλια και για επιδόρπιο ένα είδος ανθότυρου με σύκο που ήταν περιχυμένο με μια κρέμα γάλακτος, που στη γεύση θύμιζε το ζαχαρούχο γάλα Βλάχας.

Και με τα πολλά, έφτασε η ώρα της επιστροφής και έπρεπε να μαζέψουμε τα πράγματά μας, που είχαν γίνει πολλά με τα σουβενίρ-δώρα που είχαμε αγοράσει για όλους τους συναδέλφους. Επειδή βαριόμουν και βιαζόμουν, έριξα όλα τα ρούχα μέσα στη βαλίτσα χωρίς να διπλώσω τίποτα. Από πάνω έβαλα τα σουβενίρ-δώρα για συναδέλφους και κάτι κολομβιανούς καφέδες.

Η Μαρία Κουκουβίνου στο Κάλι

Ξεκινήσαμε και πέσαμε σε μια ανεμοθύελλα και έπρεπε να τρέχουμε με τις βαλίτσες μέσα στο αεροδρόμιου του Κάλι μόνες με τα πόδια για να βρούμε το αεροπλάνο για τη Μπογκοτά. Με τα πολλά φτάσαμε στην Μπογκοτά όπου στο αεροδρόμιο είχε άπειρο κόσμο και γινόταν ενδελεχής έλεγχος σε όλες τις βαλίτσες. Έβλεπα βαλίτσες Γερμανών φτιαγμένες με οργάνωση και τακτοποιημένες και τους τα έβγαζαν όλα έξω, τους ξέσκιζαν στον έλεγχο, οπότε σκεφτόμουν τι θα γίνει με τη δική μου όταν την αντικρύσουν. Αλλά όταν έφτασε η σειρά μου ο μπάτσος κόλλησε με το διαβατήριο μου που ήταν μεν ελληνικό, αλλά έγραφε Allemagnia στον τόπο γέννησης και τι να του εξηγήσω αφού δεν ήξερε αγγλικά; Με παντομίμα, του περιέγραψα πως ο Papa γνώρισε τη Mama στην Αllemagnia και πολύ love και μετά γεννήθηκα εγώ. Ο μπάτσος ενθουσιάστηκε. Ήθελε να του γράψω πως είναι το I love you στα ελληνικά με λατινικούς χαρακτήρες, του το έγραψα και όλα οκ. Αποφασίζει να μου ανοίξει την βαλίτσα μου, παθαίνει ένα σύγκρυο που την βλέπει τόσο άνω κάτω και αμέσως την κλείνει. Μετά ανοίγει της φίλης και συναδέλφου που είχε μαζέψει όλες τις λοσιόν που μας δίνανε στο ξενοδοχείο, οι οποίες είχαν ανοίξει όμως και είχαν χυθεί οι κρέμες στη βαλίτσα. ο τύπος βάζει το χέρι του πασαλείβεται με τις κρέμες και έντρομος το βγάζει με σιχασιά. Του λέω εγώ “crema intercontinental”, οπότε καθησυχάζεται, γελάει και μας διώχνει. Φύγαμε και γελάγαμε, οι μπάτσοι μας χαιρέταγαν και οι Γερμανοί είχαν μείνει πίσω μας και συνέχιζαν να τους ψάχνουν. 

Το ταξίδι στην Κολομβία ήταν ένα ταξίδι αναψυχής γιατί πραγματικά είδαμε πράγματα καινούργια για μας, διασκέδασης γιατί παρόλες τις περιπέτειες διασκεδάσαμε απίστευτα και ας μην έμαθα σάλσα, και αναζήτησης γιατί προσπάθησα να συναντήσω όλους τους ήρωες που είχα αγαπήσει στα βιβλία του Μάρκες. Από την αθώα Ερέντιρα με την γιαγιά της, την οικογένεια Μπουενδία του «Εκατό Χρόνια Μοναξιά» έως την Φερμίνα Δάσα με τον Φλορεντίνο Αρίσα του «Έρωτας στα Χρόνια της Χολέρας». 

Και τους συνάντησα όλους αυτούς σε ένα μέρος μαγικό που εμένα μου θύμιζε το φανταστικό χωριό Μακόντο! 


Η Μαρία Κουκουβίνου είναι διευθύντρια δημοσίων σχέσεων των εκδόσεων Κάκτος.