Diary: Ραντεβού ξανά στην Κύπρο για όλα όσα δεν έγιναν την πρώτη φορά
Κύπρος, το νησί-κράτος που δεν γίνεται να μην το ερωτευτείς!
Και για να είμαι ειλικρινής, δεν χρειάζεται να ερωτευτείς έναν τόπο μόνο από τη φυσική ομορφιά του, αλλά και από τους ανθρώπους που το κατοικούν και, τελικά, τον διακρίνουν. Για μένα το νησί αυτό έχει όνομα ή μάλλον... ονόματα: Αλίκη και Ελένη.
Το λάθος μου και ο λόγος που δεν έχω σχεδόν καθόλου φωτογραφίες από αυτόν τον προορισμό είναι η εποχή που διάλεξα να πάω. Μέσα Ιουλίου, η γη να βράζει, η υγρασία να μη σου επιτρέπει να γυρίσεις ούτε πλευρό στο κρεβάτι και μια μπλούζα μονίμως μούσκεμα. Ναι, ήταν λάθος μου, αλλά, από την άλλη όψη του νομίσματος, έχασα σίγουρα δύο κιλά από τόσο ιδρώτα που έριξα!
Με πτήση πέντε ωρών από Δουβλίνο, ένα μωρό να κλαίει στο πίσω κάθισμα και μερικούς από τους πιο αγενείς επιβάτες που έχω δει σε αεροπλάνο γίνεται μια παράξενη αρχή ενός ταξιδιού που ονειρευόμουν για χρόνια. Ένας πονοκέφαλος δεν είναι αρκετός για να χαλάσει τη βραδιά και η πρώτη αγκαλιά που θα πέσω είναι αυτή της Ελένης, που με περίμενε στο αεροδρόμιο της Πάφου. Θα κάνουμε τον γύρο της πόλης, θα σταματήσουμε σε ένα παραδοσιακό φαγάδικο, θα πάρουμε τις κυπριακές μας πίτες και μερικές μπύρες. Στιγμές μετά, θα αρχίσουμε να μιλάμε και να φιλοσοφούμε για ώρες, πριν αποκοιμηθούμε από την εξάντληση. Αυτό το βράδυ θα έχω την ευκαιρία να μιλήσω για καταχρήσεις, εξαρτήσεις, μεγάλους έρωτες, στιγμές που απέτυχα, αλλά και στιγμές που έλαμψα μέσα από τη δουλειά μου. Η Ελένη, η κατά το ήμισυ Κυπραία φίλη μου, είναι “ο άνθρωπός” σου για μακριές νύχτες και ατελείωτες κουβέντες με νόημα.
Το πρωινό θα μας βρει σε ένα από τα καλύτερα καφέ στο λιμανάκι της Κάτω Πάφου, αγκαλιά με την Αλίκη, να λέμε τα νέα μας και να μη θέλουμε να αλλάξουμε σκηνικό για ώρες. Θα εξερευνήσουμε από γωνιά σε γωνιά την πόλη και θα καταλήξουμε στο καλύτερο εστιατόριο της περιοχής με θέα απέραντη σε όλη την πόλη και τη θάλασσα. Είχαμε να βρεθούμε πάνω από έναν χρόνο, όταν είχε έρθει η Αλίκη στο Δουβλίνο να μας επισκεφτεί. 45 μέρες στο Μιλάνο της Ιταλίας τις είχαμε περάσει μαζί, κάνοντας εκπαίδευση για την εταιρεία όπου δουλεύουμε, και, κατά κάποιον τρόπο, ήταν τόσο έντονες αυτές οι στιγμές, που μας έδεσαν με μια φιλία χρόνων. Το Αλικάκι είναι ο πιο χαρούμενος άνθρωπος στον κόσμο, με αστείρευτο χιούμορ και μια θετική αύρα για τη ζωή. Μοιραζόμαστε τον αυτοσαρκασμό και τη μόνιμη όρεξή μας για φαγητό -με τη διαφορά ότι εγώ παίρνω την κάθε θερμίδα, ενώ αυτή όχι.
Οι μέρες περνούν, θα γυρίσουμε από άκρη σε άκρη το νησί και σχεδόν κάθε βράδυ θα καταλήγουμε στην κοσμική Λεμεσό. Την αγαπώ τη Λεμεσό! Η ζωή, το κέφι, τα μπαρ και φυσικά το καλό της φαγητό, είναι οι λόγοι για τους οποίους θα ξαναγύρναγα. Η Πάφος δεν είναι του γούστου μου, αλλά, μόνο και μόνο για τις φίλες μου, θα πω πως την αγάπησα.
Η Αγία Νάπα, ένα ατελείωτο ταξίδι για να φτάσουμε, δεν μου άρεσε επίσης και θέλω ειλικρινά να ρωτήσω όλους αυτούς που τη λατρεύουν τι της έχουν βρει. Υπερβολικά τουριστικό μέρος, με την κεντρική παραλία να είναι "πνιγμένη" στον κόσμο και στη σαπουνάδα από τα beach bars που κατέληγε μέσα στο νερό. Μη μου θυμώσεις, είδα πολύ πιο όμορφα μέρη από την Αγία Νάπα σε αυτό το νησί. Αμέτρητα χωριά που περάσαμε με άφησαν έκπληκτο, παραλίες όχι-τόσο-τουριστικές όπου έκανα τα καλύτερα μπάνια, όπως ας πούμε αυτή της Αφροδίτης.
Μετανιώνω που δεν κατάφερα να φτάσω στην πρωτεύουσα του νησιού, τη Λευκωσία, για να νιώσω τον “παλμό” αυτής της πόλης, και που δεν κατάφερα να πάω στα Κατεχόμενα. Ίσως είναι από τις στιγμές της ζωής μου που ένιωσα ότι δεν είδα τελικά τίποτα στο νησί, μιας και κομμάτια της ιστορίας που έχουν χαράξει έναν τόπο “ξέφυγαν” από τα μάτια μου. Έδωσα όρκο πως την επόμενη φορά που θα πάω θα είναι τα πρώτα μέρη που θα επισκεφτώ. Είναι θέμα αρχής μου, σε έναν τόπο όπου δεν εκπλήρωσα το δρομολόγιό μου, να ξαναγυρνώ και να το κάνω σωστά.
Το τηλέφωνο χτυπάει σχεδόν μηνιαία και η πρόσκληση για Κύπρο επαναλαμβάνεται με τον ίδιο ρυθμό από τους ανθρώπους που αγαπώ. Με την όλη κατάσταση, ενώ ήλπιζα να πάω φέτος έστω και σκαστά, νομίζω θα περιμένει μέχρι του χρόνου.
Νοσταλγώ το παραδοσιακό φαγητό της Κύπρου, τα γέλια και τις ξέγνοιαστες στιγμές που έζησα σε αυτόν τον τόπο. Ένιωσα σαν έφηβος που είχε περισσότερο την ανάγκη να χαζολογήσει με τους φίλους του, παρά να αδράξει την ευκαιρία και να εξερευνήσει έναν ακόμα προορισμό.
Ιδανικά σουβενίρ αποτέλεσαν τα χαλούμια που είχα μονίμως έννοια να μην χαλάσουν στο ταξίδι και, όπως πάντα, τα καρτ ποστάλ μου. Αν είχα την ευκαιρία, ίσως άρπαζα και καμία πίτα χαμ-τυρί για τον δρόμο.
Η Κύπρος δεν μου “ανήκει”, αλλά σίγουρα “ανήκει” σε δυο υπέροχες γυναίκες που με υποδέχτηκαν σαν τον βασιλιά τους.