FollowGeorge.gr

View Original

Diary: Λίγη Μπολόνια ακόμα, πορφαβόρε!

Μπολόνια λοιπόν!

Τον Απρίλιο η Ιταλία είχε την τιμητική της στο FollowGeorge.gr και δικαίως, μιας και είναι μια χώρα όπου δεν χορταίνεις –κυριολεκτικά και μεταφορικά– να πηγαίνεις. Έχουν περάσει ήδη πέντε χρόνια από τότε που η Ιταλία έγινε, για 45 ημέρες, το σπίτι μου ֗ έχω επισκεφτεί κάποιες μεγάλες πόλεις της και υπάρχουν πολλά ακόμα να επισκεφτώ στο επόμενό μας αντάμωμα.

Θα ξεκινήσω από τη Ρώμη, όπου η δωδεκάωρη ανταπόκρισή μου ήθελα να είναι και η μέρα που θα έβλεπα όλη την πόλη. Μέχρι πριν δέκα λεπτά έλεγα από μέσα μου «μα δεν θέλω να γράψω ψέματα» και για αυτό θα σου τα πω τα πράγματα όπως έγιναν. 12 ώρες, ένα σακίδιο πλάτης, μια βαλίτσα σπασμένη –δεν πήρα ποτέ τα λεφτά μου πίσω– και ένα διπλό καπουτσίνο που προσπαθούσα να εξηγήσω στον μπαρίστα πώς να τον κάνει. ΙΕΡΟΣΥΛΙΑ! Για καλή μου τύχη μια Ελληνίδα ακριβώς από πίσω μου (όχι πως μου συστήθηκε δηλαδή, απλά, όπως και να το κάνουμε, το ΝΤΑΜΠΛ ΚΑΠΟΥΤΣΙΝΟ ΓΟΥΙΘ ΣΙΝΑΜΟΝ ελληνιστί κάνει τη διαφορά) μου έδωσε θάρρος όταν ζήτησε ακριβώς το ίδιο με εμένα. Πέντε χρόνια μετά, νιώθω μια ντροπή για τη νοοτροπία μου τότε, αλλά don’t judge! Το πλάνο μου με ήθελε στους δρόμους να εξερευνώ μια ολόκληρη πόλη και να γυρίζω ακριβώς 10 λεπτά πριν κλείσει η πύλη και να φωνάζω κινηματογραφικά: «Πορφαβόρε ασπεττάμι (παρακαλώ περιμένετε)» και να μπαίνω στο αεροπλάνο μου για Μπολόνια. Η πραγματικότητα με βρήκε να πηγαίνω στο τέρμα της στάσης του λεωφορείου, να τρώω από κάνα δυο τρία μαγαζιά πίτσα με το μέτρο, κάνα δυο καφέδες ακόμα και πίσω στο αεροδρόμιο. Μια θλίψη.

Πιάτσα Ματζόρε, Μπολόνια

Ορκίστηκα πως στην Μπολόνια θα αναπληρώσω τον χαμένο χρόνο και θα την εξερευνήσω γωνιά προς γωνιά, κάνοντας σόλο τουρισμό, παρότι βρισκόμουν σε ταξίδι ERASMUS+ για περίπου δυο εβδομάδες και είχα υποχρεώσεις. Αυτή τη φορά λοιπόν το έκανα και, αν και στην αρχή πίστεψα πως δεν θα μου φτάσει ο χρόνος, τελικά τα κατάφερα όλα.

Η Πιάτσα Ματζόρε, το πιο χαρακτηριστικό σημείο της πόλης, είναι και το σημείο κατατεθέν για όλα τα ραντεβού σου. Μέρη που αξίζει εξίσου να επισκεφτείς είναι η Βασιλική του Αγίου Πετρόνιου, οι Πύργοι της Μπολόνιας, το Συντριβάνι του Ποσειδώνα και η Βασιλική του Αγίου Στεφάνου. Ερωτεύτηκα τα δεκάδες κανάλια της πόλης που πραγματικά περνούν μέσα από τα σπίτια των κατοίκων της, καθώς και τις ατελείωτες καμάρες και τις στοές της πόλης. Είναι μια πραγματικά πανέμορφη πόλη, φαίνεται μικρή αλλά οι δραστηριότητές της δεν σταματούν.

Ειδικά… αν είσαι λάτρης του φαγητού και ιδίως της μπολονέζ. Τα καλύτερα μακαρόνια στον κόσμο τα έχω φάει εδώ, τελεία και παύλα. Εστιατόρια χωμένα σε στοές, ξεχασμένα στον χρόνο, αλλά που παράλληλα έσφυζαν από ζωή, απεριτίβο (κάτι σαν απογευματινό γεύμα συνοδεία μαρτίνι ή άλλου χωνευτικού ποτού) στα μπαρ, με άφθονο μπουφέ για να τρως ασταμάτητα, και, τέλος, ένα σφηνάκι λιμοντσέλο για τη χώνεψη. Ονόματα μαγαζιών που δεν θα σου πω, αφενός γιατί δεν τα έχω διασώσει και αφετέρου γιατί σίγουρα θα βρεις πολλά παραπάνω, τα οποία σίγουρα θα λατρέψεις. Είναι σχεδόν απίθανο να βρεις ένα «κακό» μαγαζί, όπως θα έβρισκες σε μια γωνιά της Αθήνας και που θα αμφέβαλλες για την ποιότητά του. Αλλά καλύτερα να το κρίνεις εσύ αυτό.

The night is young… και εγώ, ως νέος και περιπετειώδης, έζησα τις νύχτες μέχρι που γίναν μέρες με τους υπόλοιπους νέους από το πρόγραμμα στο οποίο δουλεύαμε, αλλά και με πολλούς ακόμα σπουδαστές του αρχαίου αυτού πανεπιστημίου που δεσπόζει στην καρδιά της πόλης. Τα Σάββατα, ίσως και τις Παρασκευές, είχε πάντα κάποια συναυλία, Ιούνης μήνας άλλωστε, που θα μας έβρισκε με μπύρα σε πλαστικό ποτήρι και να ακουμπάμε στο πλακόστρωτο για να ξεκουράσουμε τα κουρασμένα από τον χορό κορμιά μας.

Συντριβάνι του Ποσειδώνα, Μπολόνια

Ένα χόστελ όπου είχα την τύχη να έχω φοβερούς συγκάτοικους, μια δυο γνωριμίες που κράτησαν με τα χρόνια και ένα μονοπάτι στο δάσος εκεί κοντά όπου έβρισκα την ηρεμία μου. Μερικές από τις στιγμές που μένουν αξέχαστες, ένα ταξίδι που θα κρατώ πάντα ως ανάμνηση των φοιτητικών μου χρόνων –που δεν τα απόλαυσα στην Αθήνα.

Ακόμα και σήμερα κρατώ μόνο ένα πράγμα, ένα χειροποίητο σκούφο μαγειρικής με το όνομά μου γραμμένο στα Ιταλικά. Τώρα το βρίσκεις παντού, αλλά τότε ήταν λίγα τα μαγαζιά που τα έκαναν αυτά. Μια γιαγιά, άνω των 80, πίσω από μια ραπτομηχανή, μου έραβε τον σκούφο όσο εγώ περιπλανιόμουν στις αμέτρητες φωτογραφίες που είχε κρεμασμένες στον τοίχο.

Θέλω να ξαναγυρίσω, αυτή τη φορά με παρέα, ίσως με τον Ονούρ ή τη Γεωργία, για να ζήσουμε αλλιώς αυτό το ταξίδι και σίγουρα να φάμε… να φάμε πολύ!