Τα μάτια και η καρδιά της Βάλιας Καραμάνου διψούν για όλο και περισσότερη Ιρλανδία
Ωραίες οι ιστορίες και τα αποκυήματα της φαντασίας -η Βάλια Καραμάνου το ξέρει από πρώτο χέρι και μάλιστα από χέρι συγγραφικό και έντονα δημιουργικό. Τι συμβαίνει όμως όταν τη σκυτάλη παίρνει η φύση, για να συγκλονίσει με το μεγαλείο της τον ταξιδιώτη, προκαλώντας του δέος και ανείπωτο θαυμασμό; Η Βάλια Καραμάνου αναπαριστά για χάρη του FollowGeorge.gr το συγκλονιστικό αυτό βίωμα, με φόντο τη μαγευτική Ιρλανδία.
Ο Βορράς ανέκαθεν μου ασκούσε μια ιδιαίτερη έλξη. Με το που πάτησα το πόδι μου για πρώτη φορά στο αεροδρόμιο του Stansted, αισθάνθηκα πως ανήκα εκεί, πως πρόκειται για μια ιδιαίτερη, ξεχασμένη πατρίδα. Ακολούθησαν και άλλα ταξίδια με την ελπίδα πως κάποτε θα ζήσω μόνιμα σε αυτόν τον τόπο. Ο γκρίζος ουρανός, το μαλακό φως, το διάφανο σκοτάδι λειτουργούν προστατευτικά στον ψυχισμό μου και εγείρουν τις καλλιτεχνικές αναζητήσεις μου, σε αντίθεση με το σκληρό λευκό της Μεσογείου.
Ακόμα δεν έχω κάνει τα ταξίδια που επιθυμώ, ταξιδεύω όμως νοητά ξανά και ξανά στην τελευταία μακρινή απόδραση, τον Ιανουάριο του 2018, στην Ιρλανδία. Ταξίδεψα με την κόρη μου, που είναι ιπτάμενη και βρίσκεται σε διαρκή κίνηση. Το Δουβλίνο με μάγεψε από την πρώτη στιγμή. Πετρόχτιστα στενά, παραδοσιακές παμπ, το μουσείο Γκίνες και -το κυριότερο- τα χνάρια του Τζέιμς Τζόυς και των εξαιρετικών Ιρλανδών ποιητών, όπως ο Τζέιμς Κλάρενς Μάνγκαν, με τραβούσαν σε μια δίνη ενός άλλου γοητευτικού κόσμου.
«O my dark Rosaleen,
Do not sigh, do not weep!»
Η πιο ιδιαίτερη ωστόσο ανάμνηση ήταν η εκδρομή στους Γκρεμούς του Μόχερ, στην κομητεία Clare και συγκεκριμένα στην περιοχή Μπέρεν. Φτάσαμε εκεί, μετά από μερικές ώρες, σε οργανωμένη εκδρομή με πούλμαν από το Δουβλίνο, αφού διασχίσαμε πράσινες πεδιάδες με τρεχούμενα νερά και τα χαρακτηριστικά σκούρα κόκκινα, πράσινα και μπλέ σπίτια της ιρλανδικής επαρχίας. Οι γκρεμοί του Μόχερ είναι ουσιαστικά μια σειρά βράχων από σχιστόλιθο και ψαμμίτη, που εκτείνονται σε μήκος οχτώ χιλιομέτρων και το ύψος τους ξεπερνά τα διακόσια μέτρα. Το όνομά τους το πήραν από ένα κάστρο/οχυρό, ενώ η περιοχή παρουσιάζει αρχαιολογικό ενδιαφέρον, καθώς είναι γεμάτη με κάστρα και τάφους. Πολλοί σκοτεινοί μύθοι έχουν συνδεθεί με τον συγκεκριμένο τόπο, όπως αυτός της μάγισσας που γκρεμίστηκε από εκεί, γι’ αυτό και ο τελευταίος βράχος ονομάζεται «το κεφάλι της μάγισσας». Είναι σχεδόν σαν να θέλει ο ποιητής να παρηγορήσει τη μάγισσα που βούτηξε στον γκρεμό του Μοχέρ για την αγάπη ενός Δούκα.
Η εμπειρία αυτής της εκδρομής είναι μοναδική. Ένας τεράστιος γκρίζος θόλος απλωνόταν από πάνω μας, ενώ η αλμύρα χτυπούσε τα ρουθούνια μας με έναν ευεργετικό τρόπο. Πλησιάζοντας στο χείλος του γκρεμού, όσο επιτρέπεται, σε πιάνει δέος. Προσωπικά, έχω υψοφοβία αλλά η άγρια ομορφιά του τοπίου με έκανε να φτάσω ως εκεί με τρεμάμενα πόδια. Το μεγαλείο του τόπου αυτού είναι απίστευτα επιβλητικό, κόβει την ανάσα, αισθάνεσαι σαν ένα μικρό μυρμήγκι σε έναν κόσμο γιγάντων. Οι βράχοι είναι θεόρατοι, σαν να τους τοποθέτησε έτσι κάποιο μαγικό χέρι, σκούροι σαν μαρμαρωμένα πλάσματα άλλου κόσμου, ενώ ο Ατλαντικός σπάζει τα κύματά του πάνω τους. Το δέος είναι απερίγραπτο. Όχι, δεν νιώθεις απλά ότι βρίσκεσαι σε ένα θαύμα της Φύσης, αλλά σε άλλο πλανήτη! Όλη αυτή η γεωλογική σύνθεση μοιάζει φτιαγμένη από μυθικό υλικό, γι’ αυτό και έθρεψε τόσους θρύλους από το βαθύ παρελθόν. Ακόμα και κινηματογραφικές υπερπαραγωγές, όπως ο Χάρι Πότερ, βρήκαν το φυσικό τους πλατό σε αυτό το απόκοσμο μέρος.
Την άνοιξη, ο τόπος γεμίζει με πουλιά, αυτά τα ιδιαίτερα όμορφα μαύρα πτηνά με το πορτοκαλί ράμφος, αλλά και διάφορα θαλασσοπούλια, ενώ φώκιες και φάλαινες απολαμβάνουν τα νερά του Ατλαντικού. Επίσης, κάποια χρωματιστά αγριολούλουδα φυτρώνουν εκεί που ανθρώπινο πόδι δεν τολμά να πατήσει. Τον χειμώνα δεν υπήρχε τίποτα από όλα αυτά, μόνο το βουητό του αλμυρού ανέμου και ο ήχος των κυμάτων. Ωστόσο, δεν λιγόστευε η μαγεία. Ο χειμώνας, γλυκός και άγριος μαζί, είχε μια καθαρότητα, μια κρυστάλλινη διαύγεια που καθάριζε το μυαλό, ξεκούραζε το σώμα.
Λίγο πριν φύγουμε, επισκεφτήκαμε και το τουριστικό θέρετρο που έχει χτιστεί εκεί, παίρνοντας διάφορα μικρά σουβενίρ και πίνοντας φυσικά Γκίνες. Το καλύτερο ωστόσο αναμνηστικό ήταν μια όμορφη μικρή έκδοση των πιο διάσημων Ιρλανδών ποιητών.
Το ταξίδι έκλεισε με επιστροφή στο Δουβλίνο, όπου περπατήσαμε ξανά στους γραφικούς δρόμους και γίναμε μια παρέα με τις μπάντες του δρόμου και άλλους καλλιτέχνες. Μου άρεσε ιδιαίτερα το γεγονός ότι υπήρχε πρόνοια για τους αστέγους και πάντα ένα διαθέσιμο ζεστό κρεβάτι σε κάποια δομή για τη νύχτα. Οι Ιρλανδοί είναι ένας ιδιαίτερος λαός, που διαφέρει ανάλογα με την περιοχή και τη θρησκευτική πίστη και η γλώσσα τους μου φάνηκε δύσκολη, με αυτήν τη γοητευτική τραχύτητα που λατρεύω στις διαλέκτους του Βορρά.
Πολλές φορές γύρισα πίσω στα θεόρατα βράχια με τη φαντασία μου, πέταξα σαν γλάρος πάνω από τους βράχους και έφτασα ως την άκρη όπου κοιμάται η θλιμμένη μάγισσα… Η αίσθηση που μου άφησαν δεν έφυγε ποτέ. Δέος, κομμένα πόδια από έναν γλυκό ίλιγγο και θαυμασμός. Να μη χορταίνουν τα μάτια και η καρδιά! Μόνο προφέρεις τους στίχους ξανά και ξανά:
«O my dark Rosaleen,
Do not sigh, do not weep!»
*Η Βάλια Καραμάνου γεννήθηκε μέσα στα βιβλία, ως κόρη συγγραφέα. Έτσι, έγινε φιλόλογος και παράλληλα με την εκπαίδευση οδηγήθηκε μοιραία και στη συγγραφή. Έχει εκδώσει αρκετά βιβλία, ενώ πρόσφατα κυκλοφόρησε βιβλίο της και στη Γαλλία. Παράλληλα, αρθρογραφεί στο tovivlio.net (λογοτεχνικό δοκίμιο, βιβλιοκριτική) και στο e-musa.gr (σινεφίλ). Βρες τη Βάλια εδώ, καθώς και στο κανάλι της στο Youtube.